Δείτε επίσης: μάνα, μανά
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η -μάνα οι -μάνες
-μανάδες
      γενική της -μάνας των
-μανάδων
    αιτιατική τη(ν) -μάνα τις -μάνες
-μανάδες
     κλητική -μάνα -μάνες
-μανάδες
Κατηγορία όπως «μάνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
-μάνα < μάνα[1]

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ˈma.na/
τυπογραφικός συλλαβισμός: -μά‐να

  Επίθημα

επεξεργασία

-μάνα θηλυκό

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Αναφορές

επεξεργασία
  • -μάναΧαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών.  (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)