ἰταάτι
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | ἰταάτι | τα | ἰταάτια |
γενική | του | ἰταατιού | των | ἰταατιών |
αιτιατική | το | ἰταάτι | τα | ἰταάτια |
κλητική | ἰταάτι | ἰταάτια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
ἰταάτι ουδέτερο
- (παρωχημένο) υποταγή
- ※ Τῶν Ὀθωμανῶν λοιπὸν ἀποκαμνόντων ἀπὸ τῶν τοιούτων κακώσεων, συνεκαλεῖτο τὸ τζεμαέτι (ὁ λαὸς ἢ οἱ πρόκριτοι) εἰς τὸν μεκχεμέ (δικαστήριον) παρόντων τοῦ τε Καδῆ καὶ τοῦ Μουσελίμη, προειδοποιεῖτο δὲ καὶ ὁ καπιτάνος διά τινος μεσίτου νὰ ἐμφανισθῇ εἰς τὸν Καδῆν, διὰ νὰ κάμῃ τὸ ἰταάτι (ὑποταγήν) καὶ νὰ λάβῃ τὸν μουρασελέ, ἀπόφασιν ἢ συναίνεσιν τῆς καπετανίας. (Λάμπρος Κουτσονίκας, Γενικὴ ἱστορία τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπαναστάσεως, Τύποις τοῦ «Εὐαγγελισμοῦ» Δ. Καρακατσάνη, ἐν Ἀθήναις 1864, τ. 2, σελ. ιʹ)
Άλλες μορφές επεξεργασία
Δείτε επίσης επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
ἰταάτι
|