ἰδανικός
Αρχαία ελληνικά (grc) Επεξεργασία
Πτώση | Ενικός | Πληθυντικός | ||||
---|---|---|---|---|---|---|
Ονομαστική | ἰδανικός | ἰδανική | ἰδανικόν | ἰδανικοί | ἰδανικαί | ἰδανικά |
Γενική | ἰδανικοῦ | ἰδανικῆς | ἰδανικοῦ | ἰδανικῶν | ἰδανικῶν | ἰδανικῶν |
Δοτική | ἰδανικῷ | ἰδανικῇ | ἰδανικῷ | ἰδανικοῖς | ἰδανικαῖς | ἰδανικοῖς |
Αιτιατική | ἰδανικόν | ἰδανικήν | ἰδανικόν | ἰδανικούς | ἰδανικάς | ἰδανικά |
Κλητική | ἰδανικέ | ἰδανική | ἰδανικόν | ἰδανικοί | ἰδανικαί | ἰδανικά |
Δυικός | Αρσενικό-Ουδέτερο | Θηλυκό | ||||
Ονομαστική-Αιτιατική-Κλητική | ἰδανικώ | ἰδανικά | ||||
Γενική-Δοτική | ἰδανικοῖν | ἰδανικαῖν |
Ετυμολογία Επεξεργασία
ΕπίθετοΕπεξεργασία
ἰδανικός, -ή, -όν (ῐδανῐκος)