Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ἐμπίς αἱ ἐμπίδες
      γενική τῆς ἐμπίδος τῶν ἐμπίδων
      δοτική τῇ ἐμπίδ ταῖς ἐμπίσῐ(ν)
    αιτιατική τὴν ἐμπίδ τὰς ἐμπίδᾰς
     κλητική ! ἐμπίς* ἐμπίδες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  ἐμπίδε
γεν-δοτ τοῖν  ἐμπίδοιν
Με βραχύ γιώτα στο θέμα -ίς -ίδος.
* Κατά τη Γραμματική του Smyth, η κλητική ενικού χωρίς το
3η κλίση, Κατηγορία 'πατρίς' όπως «πατρίς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

ἐμπίς < αναδρομικός σχηματισμός από το ρήμα ἐμπίνω (πίνω το αίμα)[1][2]

  Ουσιαστικό επεξεργασία

ἐμπίς, -ίδος θηλυκό

  Αναφορές επεξεργασία

  1. ἐμπίς σελ.344 - Chantraine, Pierre Dictionnaire étymologique de la langue grecque. (DELG) [Ετυμολογικό λεξικό της αρχαίας ελληνικής] (στα γαλλικά) Παρίσι: Klincksieck, 1968, Τόμοι 1-4.
    Nέα έκδοση, 2009, σελ. 328.
  2. ἐμπίς σελ. 418 - Beekes, Robert S. P. (2010) Etymological Dictionary of Greek. [Ετυμολογικό λεξικό της ελληνικής γλώσσας] (στα αγγλικά) με την αρωγή του Lucien van Beek. Leiden: Brill. Τόμοι 1‑2.

  Πηγές επεξεργασία