χολαγγειοκαρκίνωμα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- χολαγγειοκαρκίνωμα < λόγιο ενδογενές δάνειο: λόγιο δάνειο από την αγγλική cholangiocarcinoma. Μορφολογικά αναλύεται σε χολ(ή) + αγγείο + καρκίνωμα
Ουσιαστικό
επεξεργασίαχολαγγειοκαρκίνωμα ουδέτερο
Συγγενικά
επεξεργασία- χολαγγειογραφία
- χολαγγειίτιδα
- → και δείτε τις λέξεις χολή, καρκίνος, καρκίνωμα και αγγείο
Δείτε επίσης
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία χολαγγειοκαρκίνωμα
Πηγές
επεξεργασία- χολαγγειοκαρκίνωμα - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)