Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
χερσωμένος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
χερσωμέν
ος
η
χερσωμέν
η
το
χερσωμέν
ο
γενική
του
χερσωμέν
ου
της
χερσωμέν
ης
του
χερσωμέν
ου
αιτιατική
τον
χερσωμέν
ο
τη
χερσωμέν
η
το
χερσωμέν
ο
κλητική
χερσωμέν
ε
χερσωμέν
η
χερσωμέν
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
χερσωμέν
οι
οι
χερσωμέν
ες
τα
χερσωμέν
α
γενική
των
χερσωμέν
ων
των
χερσωμέν
ων
των
χερσωμέν
ων
αιτιατική
τους
χερσωμέν
ους
τις
χερσωμέν
ες
τα
χερσωμέν
α
κλητική
χερσωμέν
οι
χερσωμέν
ες
χερσωμέν
α
Κατηγορία
όπως «
αγαπημένος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Μετοχή
επεξεργασία
χερσωμένος
μετοχή
παθητικού
παρακειμένου
του ρήματος
χερσώνω
Μεταφράσεις
επεξεργασία
χερσωμένος