Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η χειμωνιά οι χειμωνιές
      γενική της χειμωνιάς των (χειμωνιών)
    αιτιατική τη χειμωνιά τις χειμωνιές
     κλητική χειμωνιά χειμωνιές
Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση.
Συνήθως στον ενικό.
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

χειμωνιά < χειμών(ας) + -ιά. Δείτε και το μεσαιωνικό βαρυχειμωνία.

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /çi.moˈɲa/
τυπογραφικός συλλαβισμός: χει‐μω‐νιά

  Ουσιαστικό επεξεργασία

χειμωνιά θηλυκό

Σύνθετα επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία