Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο φράξινος η φράξινη το φράξινο
      γενική του φράξινου της φράξινης του φράξινου
    αιτιατική τον φράξινο τη φράξινη το φράξινο
     κλητική φράξινε φράξινη φράξινο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι φράξινοι οι φράξινες τα φράξινα
      γενική των φράξινων των φράξινων των φράξινων
    αιτιατική τους φράξινους τις φράξινες τα φράξινα
     κλητική φράξινοι φράξινες φράξινα
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Ετυμολογία επεξεργασία

φράξινος (< φράξος + -ινος) < λατινική fraxinus

  Επίθετο επεξεργασία

φράξινος, -η, -ο

Συνώνυμα επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία