φιλιστρίνι
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | φιλιστρίνι | τα | φιλιστρίνια |
γενική | του | φιλιστρινιού | των | φιλιστρινιών |
αιτιατική | το | φιλιστρίνι | τα | φιλιστρίνια |
κλητική | φιλιστρίνι | φιλιστρίνια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- φιλιστρίνι < φινιστρίνι με ανομοίωση του τρόπου άρθρωσης [n][n] > [l][n] [1]
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /fi.liˈstɾi.ni/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : φι‐λι‐στρί‐νι
Ουσιαστικό
επεξεργασίαφιλιστρίνι ουδέτερο
- (σπάνιο, λαϊκότροπο)[2] άλλη μορφή του φινιστρίνι
- ⮡ Από το φιλιστρίνι οι επιβάτες της καμπίνας μπορούσαν να αγναντεύουν το πέλαγος κατά τη διάρκεια του ταξιδιού.
- → χρειάζεται παράθεμα
Εκφράσεις
επεξεργασία- μαγκιά, κλανιά (κι εξάτμιση) και κώλο φιλιστρίνι! : ειρωνεία για τους καυχησιάρηδες, τους ψευτο-μάγκες, και, ιδιαίτερα, τους δήθεν ερωτύλους [3]
Μεταφράσεις
επεξεργασία φιλιστρίνι
→ δείτε τη λέξη φινιστρίνι |
Αναφορές
επεξεργασία- ↑ φινιστρίνι, φιλιστρίνι - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- ↑ «φινιστρίνι κ. (σπάν.-λαϊκ) φιλιστρίνι» - Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)
- ↑ Βλ. Ηλίας Πετρόπουλος (2019), Παροιμίες του υποκόσμου. Αθήνα: Νεφέλη (1η έκδοση: 2002). ISBN 960-211-657-9, σελ. 16.