Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
φαστφουντάδικο
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συνώνυμα
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
το
φαστφουντάδικ
ο
τα
φαστφουντάδικ
α
γενική
του
φαστφουντάδικ
ου
των
φαστφουντάδικ
ων
αιτιατική
το
φαστφουντάδικ
ο
τα
φαστφουντάδικ
α
κλητική
φαστφουντάδικ
ο
φαστφουντάδικ
α
Κατηγορία
όπως «
σίδερο
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
φαστφουντάδικο
< ουσιαστικό
φαστφούντ
+ επίθημα
-άδικο
<
αγγλική
fast-food
(
γρήγορο φαγητό
)
Ουσιαστικό
επεξεργασία
φαστφουντάδικο
ουδέτερο
(
νεολογισμός
)
κατάστημα
γρήγορης
εστίασης
Συνώνυμα
επεξεργασία
ταχυφαγείο
Μεταφράσεις
επεξεργασία
φαστφουντάδικο
αγγλικά
:
fast food restaurant
(en)
γαλλικά
:
fast-food
(fr)
γερμανικά
:
Imbissbude
(de)