Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
υφασμάτινος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
υφασμάτιν
ος
η
υφασμάτιν
η
το
υφασμάτιν
ο
γενική
του
υφασμάτιν
ου
της
υφασμάτιν
ης
του
υφασμάτιν
ου
αιτιατική
τον
υφασμάτιν
ο
την
υφασμάτιν
η
το
υφασμάτιν
ο
κλητική
υφασμάτιν
ε
υφασμάτιν
η
υφασμάτιν
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
υφασμάτιν
οι
οι
υφασμάτιν
ες
τα
υφασμάτιν
α
γενική
των
υφασμάτιν
ων
των
υφασμάτιν
ων
των
υφασμάτιν
ων
αιτιατική
τους
υφασμάτιν
ους
τις
υφασμάτιν
ες
τα
υφασμάτιν
α
κλητική
υφασμάτιν
οι
υφασμάτιν
ες
υφασμάτιν
α
Κατηγορία
όπως «
όμορφος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
υφασμάτινος
<
→
λείπει η ετυμολογία
Επίθετο
επεξεργασία
υφασμάτινος, -η, -ο
που αποτελείται από
ύφασμα
Μεταφράσεις
επεξεργασία
υφασμάτινος
αγγλικά
:
fabric
(en)
γαλλικά
: en
tissu
(fr)