υπόξινος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | ο | υπόξινος | η | υπόξινη | το | υπόξινο |
γενική | του | υπόξινου | της | υπόξινης | του | υπόξινου |
αιτιατική | τον | υπόξινο | την | υπόξινη | το | υπόξινο |
κλητική | υπόξινε | υπόξινη | υπόξινο | |||
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | οι | υπόξινοι | οι | υπόξινες | τα | υπόξινα |
γενική | των | υπόξινων | των | υπόξινων | των | υπόξινων |
αιτιατική | τους | υπόξινους | τις | υπόξινες | τα | υπόξινα |
κλητική | υπόξινοι | υπόξινες | υπόξινα | |||
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές |
Ετυμολογία
επεξεργασία- υπόξινος < υπο- + ξινός (βλ. (ελληνιστική κοινή) ὕποξυς)
Επίθετο
επεξεργασίαυπόξινος, -η, -ο
- (λόγιο) που είναι κάπως ξινός
- Η γλυκιά και ελαφρώς υπόξινη σάλτσα μπορεί να φτιαχτεί και με άλλα αποξηραμένα φρούτα όπως τα κράνμπερι ή τα βερίκοκα. (*)
Συνώνυμα
επεξεργασίαΣυγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τη λέξη ξινός