Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
υποσκελισμένος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
υποσκελισμέν
ος
η
υποσκελισμέν
η
το
υποσκελισμέν
ο
γενική
του
υποσκελισμέν
ου
της
υποσκελισμέν
ης
του
υποσκελισμέν
ου
αιτιατική
τον
υποσκελισμέν
ο
την
υποσκελισμέν
η
το
υποσκελισμέν
ο
κλητική
υποσκελισμέν
ε
υποσκελισμέν
η
υποσκελισμέν
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
υποσκελισμέν
οι
οι
υποσκελισμέν
ες
τα
υποσκελισμέν
α
γενική
των
υποσκελισμέν
ων
των
υποσκελισμέν
ων
των
υποσκελισμέν
ων
αιτιατική
τους
υποσκελισμέν
ους
τις
υποσκελισμέν
ες
τα
υποσκελισμέν
α
κλητική
υποσκελισμέν
οι
υποσκελισμέν
ες
υποσκελισμέν
α
Κατηγορία
όπως «
αγαπημένος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Μετοχή
επεξεργασία
υποσκελισμένος
μετοχή
παθητικού
παρακειμένου
του ρήματος
υποσκελίζω
Μεταφράσεις
επεξεργασία
υποσκελισμένος