Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η υπευθυνότητα οι υπευθυνότητες
      γενική της υπευθυνότητας των υπευθυνοτήτων
    αιτιατική την υπευθυνότητα τις υπευθυνότητες
     κλητική υπευθυνότητα υπευθυνότητες
Κατηγορία όπως «σάλπιγγα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

υπευθυνότητα < υπεύθυνος + -ότητα

  Ουσιαστικό επεξεργασία

υπευθυνότητα θηλυκό

Αντώνυμα επεξεργασία

Συγγενικά επεξεργασία

→ δείτε τις λέξεις υπεύθυνος, ευθύνη και ευθύς

  Μεταφράσεις επεξεργασία