Ετυμολογία

επεξεργασία
responsabilité < responsable

Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
responsabilité responsabilités

responsabilité (fr) θηλυκό

  1. η ευθύνη
  2. η υπευθυνότητα

Συγγενικά

επεξεργασία

Αντώνυμα

επεξεργασία