Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
υπεραιωνόβιος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Συνώνυμα
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
υπεραιωνόβι
ος
η
υπεραιωνόβι
α
το
υπεραιωνόβι
ο
γενική
του
υπεραιωνόβι
ου
της
υπεραιωνόβι
ας
του
υπεραιωνόβι
ου
αιτιατική
τον
υπεραιωνόβι
ο
την
υπεραιωνόβι
α
το
υπεραιωνόβι
ο
κλητική
υπεραιωνόβι
ε
υπεραιωνόβι
α
υπεραιωνόβι
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
υπεραιωνόβι
οι
οι
υπεραιωνόβι
ες
τα
υπεραιωνόβι
α
γενική
των
υπεραιωνόβι
ων
των
υπεραιωνόβι
ων
των
υπεραιωνόβι
ων
αιτιατική
τους
υπεραιωνόβι
ους
τις
υπεραιωνόβι
ες
τα
υπεραιωνόβι
α
κλητική
υπεραιωνόβι
οι
υπεραιωνόβι
ες
υπεραιωνόβι
α
ομάδα 'ωραίος'
,
Κατηγορία
όπως «
θαυμάσιος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
υπεραιωνόβιος
<
υπερ-
+
αιωνόβιος
Επίθετο
επεξεργασία
υπεραιωνόβιος, -α, -ο
που έχει
ζωή
πάνω
από
εκατό
χρόνια (έναν
αιώνα
)
Συνώνυμα
επεξεργασία
υπερεκατονταετής
/
υπερεκατοντούτης
Μεταφράσεις
επεξεργασία
υπεραιωνόβιος
αγγλικά
:
supercentenarian
(en)