Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
υγρομετρικός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Προφορά
1.3
Επίθετο
1.3.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
υγρομετρικ
ός
η
υγρομετρικ
ή
το
υγρομετρικ
ό
γενική
του
υγρομετρικ
ού
της
υγρομετρικ
ής
του
υγρομετρικ
ού
αιτιατική
τον
υγρομετρικ
ό
την
υγρομετρικ
ή
το
υγρομετρικ
ό
κλητική
υγρομετρικ
έ
υγρομετρικ
ή
υγρομετρικ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
υγρομετρικ
οί
οι
υγρομετρικ
ές
τα
υγρομετρικ
ά
γενική
των
υγρομετρικ
ών
των
υγρομετρικ
ών
των
υγρομετρικ
ών
αιτιατική
τους
υγρομετρικ
ούς
τις
υγρομετρικ
ές
τα
υγρομετρικ
ά
κλητική
υγρομετρικ
οί
υγρομετρικ
ές
υγρομετρικ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
υγρομετρικός
<
αρχαία ελληνική
ὑγρομετρικός
Προφορά
επεξεργασία
ΔΦΑ
: /
i.ɣɾo.me.tɾiˈkos
/
Επίθετο
επεξεργασία
υγρομετρικός
σχετικός με την
υγρομετρία
Μεταφράσεις
επεξεργασία
υγρομετρικός
αγγλικά
:
hygrometric
(en)
γαλλικά
:
hygrométrique
(fr)
ιρλανδικά γαελικά
:
taismhéadrach
(ga)