Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /i.ɡʁɔ.mɛ.tʁik/

  Επίθετο

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
hygrométrique hygrométriques

hygrométrique (fr) αρσενικό ή θηλυκό