τρουφάκι
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | τρουφάκι | τα | τρουφάκια |
γενική | — | — | ||
αιτιατική | το | τρουφάκι | τα | τρουφάκια |
κλητική | τρουφάκι | τρουφάκια | ||
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίατρουφάκι ουδέτερο
Άλλες μορφές
επεξεργασίαΣυγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τη λέξη τρούφα
Μεταφράσεις
επεξεργασία τρουφάκι
|