↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο τριγωνομετρημένος η τριγωνομετρημένη το τριγωνομετρημένο
      γενική του τριγωνομετρημένου της τριγωνομετρημένης του τριγωνομετρημένου
    αιτιατική τον τριγωνομετρημένο την τριγωνομετρημένη το τριγωνομετρημένο
     κλητική τριγωνομετρημένε τριγωνομετρημένη τριγωνομετρημένο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι τριγωνομετρημένοι οι τριγωνομετρημένες τα τριγωνομετρημένα
      γενική των τριγωνομετρημένων των τριγωνομετρημένων των τριγωνομετρημένων
    αιτιατική τους τριγωνομετρημένους τις τριγωνομετρημένες τα τριγωνομετρημένα
     κλητική τριγωνομετρημένοι τριγωνομετρημένες τριγωνομετρημένα
Κατηγορία όπως «αγαπημένος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

τριγωνομετρημένος, -η, -ο

  Μεταφράσεις

επεξεργασία