• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

τονισμένος

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Μετοχή
      • 1.2.1 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο τονισμένος η τονισμένη το τονισμένο
      γενική του τονισμένου της τονισμένης του τονισμένου
    αιτιατική τον τονισμένο την τονισμένη το τονισμένο
     κλητική τονισμένε τονισμένη τονισμένο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι τονισμένοι οι τονισμένες τα τονισμένα
      γενική των τονισμένων των τονισμένων των τονισμένων
    αιτιατική τους τονισμένους τις τονισμένες τα τονισμένα
     κλητική τονισμένοι τονισμένες τονισμένα
Κατηγορία όπως «αγαπημένος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

επεξεργασία
τονισμένος < μετοχή παθητικού παρακειμένου τονίζω

Μετοχή

επεξεργασία

τονισμένος, -η, -ο

  • → δείτε τη λέξη τονίζω

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    τονισμένος
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=τονισμένος&oldid=5520549"
Τελευταία επεξεργασία στις 4 Φεβρουαρίου 2022, στις 10:32

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Wikimedia Foundation
      • Powered by MediaWiki
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 4 Φεβρουαρίου 2022, στις 10:32.
      • Page was rendered with Parsoid.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας