τηλεδιαχείριση
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | τηλεδιαχείριση | οι | τηλεδιαχειρίσεις |
γενική | της | τηλεδιαχείρισης* | των | τηλεδιαχειρίσεων |
αιτιατική | την | τηλεδιαχείριση | τις | τηλεδιαχειρίσεις |
κλητική | τηλεδιαχείριση | τηλεδιαχειρίσεις | ||
* παλιότερος λόγιος τύπος, τηλεδιαχειρίσεως | ||||
Κατηγορία όπως «δύναμη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- τηλεδιαχείριση (νεολογισμός) < τηλε- + διαχείριση, (μεταφραστικό δάνειο από την αγγλική telemanagement)
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ti.le.ði̯aˈçi.ɾi.si/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : τη‐λε‐δια‐χεί‐ρι‐ση
Ουσιαστικό
επεξεργασίατηλεδιαχείριση θηλυκό
- (νεολογισμός, πληροφορική, τεχνολογία) διαχείριση από μακριά, από απόσταση, με ηλεκτρονικά μέσα
Δείτε επίσης
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία τηλεδιαχείριση
Πηγές
επεξεργασία- τηλεδιαχείριση - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)