τεϊοποσία
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /te.i.o.poˈsi.a/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : τε‐ϊ‐ο‐πο‐σί‐α
Ουσιαστικό
επεξεργασίατεϊοποσία θηλυκό
Συγγενικά
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία τεϊοποσία
τεϊοποσία θηλυκό