Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
τετραγωνικός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
τετραγωνικ
ός
η
τετραγωνικ
ή
το
τετραγωνικ
ό
γενική
του
τετραγωνικ
ού
της
τετραγωνικ
ής
του
τετραγωνικ
ού
αιτιατική
τον
τετραγωνικ
ό
την
τετραγωνικ
ή
το
τετραγωνικ
ό
κλητική
τετραγωνικ
έ
τετραγωνικ
ή
τετραγωνικ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
τετραγωνικ
οί
οι
τετραγωνικ
ές
τα
τετραγωνικ
ά
γενική
των
τετραγωνικ
ών
των
τετραγωνικ
ών
των
τετραγωνικ
ών
αιτιατική
τους
τετραγωνικ
ούς
τις
τετραγωνικ
ές
τα
τετραγωνικ
ά
κλητική
τετραγωνικ
οί
τετραγωνικ
ές
τετραγωνικ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
τετραγωνικός
<
τετράγωνο
+
-ικός
Επίθετο
επεξεργασία
τετραγωνικός
ο σχετικός με τετράγωνο, ή που ανάγεται σε μέτρηση κατά τετράγωνο
Μεταφράσεις
επεξεργασία
τετραγωνικός
αγγλικά
:
square
(en)
γαλλικά
:
carré
(fr)
, carrée