τετραήμερος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- τετραήμερος < τετρα- + ημέρ(α) + -ος • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Επίθετο
επεξεργασίατετραήμερος, -η, -ο
- που διαρκεί τέσσερις μέρες
- τετραήμερη εκδρομή
- τετραήμερο ταξίδι
Συγγενικά
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία τετραήμερος
|