↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το τέμπλο τα τέμπλα
      γενική του τέμπλου των τέμπλων
    αιτιατική το τέμπλο τα τέμπλα
     κλητική τέμπλο τέμπλα
Κατηγορία όπως «πεύκο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
τέμπλο < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική τέμπλον < λατινική templum

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ˈtemˈblo/
τυπογραφικός συλλαβισμός: τέ‐μπλο
παρώνυμο: τέμπλα

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

τέμπλο ουδέτερο

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία