templum
Λατινικά (la)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαtemplum (la) ουδέτερο
Κλίση
επεξεργασίαΑπόγονοι
επεξεργασίαtemplum (λατινικά)
- → ισπανικά: templo
- → ιταλικά: tempio
- ↷ μεσαιωνικά ελληνικά: τέμπλον
- ↷ δυτική πρωτογερμανική *templ
- ↷ αγγλοσαξονικά tempel
- ⇒ μέση αγγλική tempel, temple
- ↷ παλαιά άνω γερμανικά tempal
- ⇒ μέση άνω γερμανική temple
- ↷ αγγλοσαξονικά tempel
- ↷ παλαιά γαλλικά: temple
→ και δείτε templum#Descendants στο αγγλικό Βικιλεξικό
Πηγές
επεξεργασία- templum - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.