σύγκαμα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίασύγκαμα ουδέτερο
- η διαδικασία ή το αποτέλεσμα του συγκαίω / συγκαίγομαι, δερματικός ερεθισμός σε μέρη που τρίβονται μεταξύ τους
Συνώνυμα
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία σύγκαμα