Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
συναπαντημένος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
συναπαντημέν
ος
η
συναπαντημέν
η
το
συναπαντημέν
ο
γενική
του
συναπαντημέν
ου
της
συναπαντημέν
ης
του
συναπαντημέν
ου
αιτιατική
τον
συναπαντημέν
ο
τη
συναπαντημέν
η
το
συναπαντημέν
ο
κλητική
συναπαντημέν
ε
συναπαντημέν
η
συναπαντημέν
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
συναπαντημέν
οι
οι
συναπαντημέν
ες
τα
συναπαντημέν
α
γενική
των
συναπαντημέν
ων
των
συναπαντημέν
ων
των
συναπαντημέν
ων
αιτιατική
τους
συναπαντημέν
ους
τις
συναπαντημέν
ες
τα
συναπαντημέν
α
κλητική
συναπαντημέν
οι
συναπαντημέν
ες
συναπαντημέν
α
Κατηγορία
όπως «
αγαπημένος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Μετοχή
επεξεργασία
συναπαντημένος, -η, -ο
μετοχή
παθητικού
παρακειμένου
του ρήματος
συναπαντάω
/
συναπαντώ
Μεταφράσεις
επεξεργασία
συναπαντημένος