Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
συγχωρημένος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Προφορά
1.2
Μετοχή
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
συγχωρημέν
ος
η
συγχωρημέν
η
το
συγχωρημέν
ο
γενική
του
συγχωρημέν
ου
της
συγχωρημέν
ης
του
συγχωρημέν
ου
αιτιατική
τον
συγχωρημέν
ο
τη
συγχωρημέν
η
το
συγχωρημέν
ο
κλητική
συγχωρημέν
ε
συγχωρημέν
η
συγχωρημέν
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
συγχωρημέν
οι
οι
συγχωρημέν
ες
τα
συγχωρημέν
α
γενική
των
συγχωρημέν
ων
των
συγχωρημέν
ων
των
συγχωρημέν
ων
αιτιατική
τους
συγχωρημέν
ους
τις
συγχωρημέν
ες
τα
συγχωρημέν
α
κλητική
συγχωρημέν
οι
συγχωρημέν
ες
συγχωρημέν
α
Κατηγορία
όπως «
αγαπημένος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Προφορά
επεξεργασία
ΔΦΑ
: /
siŋ.xo.ɾiˈme.nos
/
Μετοχή
επεξεργασία
συγχωρημένος
άλλη γραφή του
συχωρεμένος
Συγγενικά
επεξεργασία
→
δείτε
τις λέξεις
συγχωρώ
και
χωρώ
Μεταφράσεις
επεξεργασία
συγχωρημένος
→
δείτε
τη λέξη
συχωρεμένος