Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
στρεπτοκοκκικός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
στρεπτοκοκκικ
ός
η
στρεπτοκοκκικ
ή
το
στρεπτοκοκκικ
ό
γενική
του
στρεπτοκοκκικ
ού
της
στρεπτοκοκκικ
ής
του
στρεπτοκοκκικ
ού
αιτιατική
τον
στρεπτοκοκκικ
ό
τη
στρεπτοκοκκικ
ή
το
στρεπτοκοκκικ
ό
κλητική
στρεπτοκοκκικ
έ
στρεπτοκοκκικ
ή
στρεπτοκοκκικ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
στρεπτοκοκκικ
οί
οι
στρεπτοκοκκικ
ές
τα
στρεπτοκοκκικ
ά
γενική
των
στρεπτοκοκκικ
ών
των
στρεπτοκοκκικ
ών
των
στρεπτοκοκκικ
ών
αιτιατική
τους
στρεπτοκοκκικ
ούς
τις
στρεπτοκοκκικ
ές
τα
στρεπτοκοκκικ
ά
κλητική
στρεπτοκοκκικ
οί
στρεπτοκοκκικ
ές
στρεπτοκοκκικ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
στρεπτοκοκκικός
<
→
λείπει η ετυμολογία
Επίθετο
επεξεργασία
στρεπτοκοκκικός
→ λείπει ο ορισμός (ή οι ορισμοί)
Μεταφράσεις
επεξεργασία
στρεπτοκοκκικός
γαλλικά
:
streptococcique
(fr)