στραβόξυλο
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
στραβόξυλο ουδέτερο
- (μειωτικό) χαρακτηρισμός για πολύ δύστροπο άτομο
- (ναυπηγικός όρος) μεγάλο κυρτό ξύλο που χρησιμοποιείται στο σκελετό πλοίου, νομέας ξύλινου σκάφους
Μεταφράσεις επεξεργασία
στραβόξυλο
|