σπασαρχίδας
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- σπασαρχίδας < (σπάζω) σπασ- + αρχίδ(ια) + -ας, ενδεχομένως μεταφραστικό δάνειο, αγγλικά break someone's balls • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Ουσιαστικό
επεξεργασίασπασαρχίδας αρσενικό (θηλυκό σπασαρχίδω)
- (χυδαίο) που μας τα πρήζει, που μας πρήζει τ' αρχίδια· (κυριολεκτικά) που σπάει αρχίδια
Άλλες μορφές
επεξεργασίαΣυγγενικά
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία σπασαρχίδας