πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το σοσόνι τα σοσόνια
      γενική του σοσονιού των σοσονιών
    αιτιατική το σοσόνι τα σοσόνια
     κλητική σοσόνι σοσόνια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία

Ουσιαστικό

επεξεργασία

σοσόνι ουδέτερο

  • (ενδυμασία) κοντή (κοριτσίστικη) κάλτσα
      Και κάποια στιγμή βλέπει ένα μικρό παιδί, ψηλό, αδύνατο, καχεκτικό με σοσόνι και σχολική τσάντα να περνάει το κατώφλι της πόρτας. (@tovima.gr)
ΔΦΑ : /soˈso.ni/
τυπογραφικός συλλαβισμός: σοσόνι

Συγγενικά

επεξεργασία

Μεταφράσεις

επεξεργασία

Αναφορές

επεξεργασία