σημαντικότερος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- σημαντικότερος < σημαντικ(ός) + -ότερος
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /si.man.diˈko.te.ɾos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : ση‐μα‐ντι‐κό‐τε‐ρος
Επίθετο επεξεργασία
σημαντικότερος, -η, -ο
- συγκριτικός βαθμός του σημαντικός
Μεταφράσεις επεξεργασία
σημαντικότερος
|