σεληνόφωτος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- σεληνόφωτος < → λείπει η ετυμολογία
Επίθετο επεξεργασία
σεληνόφωτος, -η, -ο
Μεταφράσεις επεξεργασία
σεληνόφωτος
|
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού επεξεργασία
σεληνόφωτος
σεληνόφωτος, -η, -ο
|
σεληνόφωτος