• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Είσοδος
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών

σαλός

  • Διαβάστε σε άλλη γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία
Δείτε επίσης : σάλος

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Επίθετο
      • 1.2.1 Μεταφράσεις

Ελληνικά (el) Επεξεργασία

πτώση ενικός
ονομαστική σαλός σαλή σαλό
γενική σαλού σαλής σαλού
αιτιατική σαλό σαλή σαλό
κλητική σαλέ σαλή σαλό
πτώση πληθυντικός
ονομαστική σαλοί σαλές σαλά
γενική σαλών σαλών σαλών
αιτιατική σαλούς σαλές σαλά
κλητική σαλοί σαλές σαλά


  Ετυμολογία Επεξεργασία

σαλός < → λείπει η ετυμολογία

  ΕπίθετοΕπεξεργασία

σαλός

  • που έχει σαλεμένο μυαλό
ο κατά Χριστόν σαλός

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    σαλός
  • γερμανικά : Irrer (de)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=σαλός&oldid=4855015"
Τελευταία επεξεργασία στις 26 Σεπτεμβρίου 2020, στις 21:42

Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 26 Σεπτεμβρίου 2020, στις 21:42.
  • Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την Άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού-Παρόμοια Διανομή 3.0· μπορεί να ισχύουν πρόσθετοι όροι. Δείτε τους Όρους Χρήσης για λεπτομέρειες.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie