Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο ρωμαντικός η ρωμαντική το ρωμαντικό
      γενική του ρωμαντικού της ρωμαντικής του ρωμαντικού
    αιτιατική τον ρωμαντικό τη ρωμαντική το ρωμαντικό
     κλητική ρωμαντικέ ρωμαντική ρωμαντικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι ρωμαντικοί οι ρωμαντικές τα ρωμαντικά
      γενική των ρωμαντικών των ρωμαντικών των ρωμαντικών
    αιτιατική τους ρωμαντικούς τις ρωμαντικές τα ρωμαντικά
     κλητική ρωμαντικοί ρωμαντικές ρωμαντικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Ετυμολογία επεξεργασία

ρωμαντικός < → δείτε τη λέξη ρομαντικός

  Επίθετο επεξεργασία

ρωμαντικός

Συγγενικά επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία