Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
προσκυρωμένος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
προσκυρωμέν
ος
η
προσκυρωμέν
η
το
προσκυρωμέν
ο
γενική
του
προσκυρωμέν
ου
της
προσκυρωμέν
ης
του
προσκυρωμέν
ου
αιτιατική
τον
προσκυρωμέν
ο
την
προσκυρωμέν
η
το
προσκυρωμέν
ο
κλητική
προσκυρωμέν
ε
προσκυρωμέν
η
προσκυρωμέν
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
προσκυρωμέν
οι
οι
προσκυρωμέν
ες
τα
προσκυρωμέν
α
γενική
των
προσκυρωμέν
ων
των
προσκυρωμέν
ων
των
προσκυρωμέν
ων
αιτιατική
τους
προσκυρωμέν
ους
τις
προσκυρωμέν
ες
τα
προσκυρωμέν
α
κλητική
προσκυρωμέν
οι
προσκυρωμέν
ες
προσκυρωμέν
α
Κατηγορία
όπως «
αγαπημένος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Μετοχή
επεξεργασία
προσκυρωμένος, -η, -ο
μετοχή
παθητικού
παρακειμένου
του ρήματος
προσκυρώνω
Μεταφράσεις
επεξεργασία
προσκυρωμένος