↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο προοδευτισμός οι προοδευτισμοί
      γενική του προοδευτισμού των προοδευτισμών
    αιτιατική τον προοδευτισμό τους προοδευτισμούς
     κλητική προοδευτισμέ προοδευτισμοί
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
προοδευτισμός < προοδευτικός + -ισμός

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

προοδευτισμός αρσενικό

Αντώνυμα

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία