• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Κοντινά
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

πρήξιμο

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το πρήξιμο τα πρηξίματα
      γενική του πρηξίματος των πρηξιμάτων
    αιτιατική το πρήξιμο τα πρηξίματα
     κλητική πρήξιμο πρηξίματα
Κατηγορία όπως «δέσιμο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία Επεξεργασία

πρήξιμο < πρήζω + -ιμο

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

πρήξιμο ουδέτερο

  • (κυριολεκτικά) (μεταφορικά) η διαδικασία ή το αποτέλεσμα του πρήζω

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    πρήξιμο
  • αγγλικά : swelling (en)· μεταφορικά· αέναη συμπεριφορική ενόχληση: nagging (en)
  • γαλλικά : enflure (fr), gonflement (fr), ballonnement (fr), boursouflure (fr), fluxion (fr)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=πρήξιμο&oldid=5507816"
Τελευταία επεξεργασία στις 3 Φεβρουαρίου 2022, στις 00:24
Βικιλεξικό
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 3 Φεβρουαρίου 2022, στις 00:24.
  • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie