Άνοιγμα κύριου μενού
Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Κοντινά
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
gonflement
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Γαλλικά
(fr)
Επεξεργασία
ενικός
πληθυντικός
gonflement
gonflements
Ουσιαστικό
Επεξεργασία
gonflement
(fr)
αρσενικό
το
φούσκωμα
, η
διόγκωση
Συγγενικές λέξεις
Επεξεργασία
→
δείτε
τη λέξη
gonfler