Άνοιγμα κυρίου μενού
Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Είσοδος
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
πολυσύνδετο
Διαβάστε σε άλλη γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Ελληνικά (el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Ελληνικά (el)
Επεξεργασία
Η σελίδα αυτή χρειάζεται επέκταση. Βοηθήστε το Βικιλεξικό
επεκτείνοντάς την
!
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
το
πολυσύνδετ
ο
τα
πολυσύνδετ
α
γενική
του
πολυσύνδετ
ου
των
πολυσύνδετ
ων
αιτιατική
το
πολυσύνδετ
ο
τα
πολυσύνδετ
α
κλητική
πολυσύνδετ
ο
πολυσύνδετ
α
όπως «
σίδερο
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
Επεξεργασία
πολυσύνδετο
<
→ λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
Επεξεργασία
πολυσύνδετο
ουδέτερο
→ λείπει ο ορισμός (ή οι ορισμοί)
Μεταφράσεις
Επεξεργασία
πολυσύνδετο