Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
πολιτικοκοινωνικός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
πολιτικοκοινωνικ
ός
η
πολιτικοκοινωνικ
ή
το
πολιτικοκοινωνικ
ό
γενική
του
πολιτικοκοινωνικ
ού
της
πολιτικοκοινωνικ
ής
του
πολιτικοκοινωνικ
ού
αιτιατική
τον
πολιτικοκοινωνικ
ό
την
πολιτικοκοινωνικ
ή
το
πολιτικοκοινωνικ
ό
κλητική
πολιτικοκοινωνικ
έ
πολιτικοκοινωνικ
ή
πολιτικοκοινωνικ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
πολιτικοκοινωνικ
οί
οι
πολιτικοκοινωνικ
ές
τα
πολιτικοκοινωνικ
ά
γενική
των
πολιτικοκοινωνικ
ών
των
πολιτικοκοινωνικ
ών
των
πολιτικοκοινωνικ
ών
αιτιατική
τους
πολιτικοκοινωνικ
ούς
τις
πολιτικοκοινωνικ
ές
τα
πολιτικοκοινωνικ
ά
κλητική
πολιτικοκοινωνικ
οί
πολιτικοκοινωνικ
ές
πολιτικοκοινωνικ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
πολιτικοκοινωνικός
<
πολιτικός
+
κοινωνικός
Επίθετο
επεξεργασία
πολιτικοκοινωνικός, -ή, -ό
σχετικός με την
πολιτική
ή/και την
κοινωνία
Μεταφράσεις
επεξεργασία
πολιτικοκοινωνικός