ποζιτρόνιο
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- ποζιτρόνιο < (λόγιο δάνειο) αγγλική positro < positive + electron, θετικός + ηλεκτρόνιο • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Ουσιαστικό επεξεργασία
ποζιτρόνιο ουδέτερο και αντιηλεκτρόνιο