positron
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
positron (en)
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
positron | positrons |
Ουσιαστικό επεξεργασία
positron (fr) αρσενικό
positron (en)
ενικός | πληθυντικός |
positron | positrons |
positron (fr) αρσενικό