positive
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαπαραθετικά | |
θετικός | positive |
συγκριτικός | more positive |
υπερθετικός | most positive |
Επίθετο
επεξεργασίαpositive (en)
- θετικός, καλό ή χρήσιμο
- ↪ His presence/proposal is very positive.
- H παρουσία/πρότασή του είναι πολύ θετική.
- ↪ The positive elements of a situation/of a project.
- Tα θετικά στοιχεία μιας κατάστασης/ενός έργου.
- ↪ His presence/proposal is very positive.
- θετικός, εκφράζει συμφωνία ή υποστήριξη
- ↪ The film had positive reviews.
- Η ταινία είχε θετικές κριτικές.
- ↪ My boss is very positive on the topic of my promotion.
- Ο προϊστάμενός μου είναι πολύ θετικός στο θέμα της προαγωγής μου.
- ↪ He gave a positive answer.
- Έδωσε θετική απάντηση.
- ↪ The film had positive reviews.
- θετικός, για κάτι που παράγει ένα επιτυχημένο αποτέλεσμα
- ↪ The establishment of the university was a positive step in the development of our city.
- H καθιέρωση του πανεπιστημίου ήταν ένα θετικό βήμα στην εξέλιξη της πόλης μας.
- ↪ The results of the negotiation were positive.
- Tα αποτελέσματα των διαπραγματεύσεων ήταν θετικά.
- ↪ The establishment of the university was a positive step in the development of our city.
- θετικός, για μια επιστημονική εξέταση που δείχνει σαφή στοιχεία ότι υπάρχει μια συγκεκριμένη ουσία ή ιατρική κατάσταση
- ↪ The results of the tests (for cancer, pregnancy, etc.) are positive.
- Tα αποτελέσματα των εξετάσεων (για καρκίνο, εγκυμοσύνη κτλ.) είναι θετικά.
- ↪ The results of the tests (for cancer, pregnancy, etc.) are positive.
- (όχι πριν από το ουσιαστικό) σίγουρος, θετικός, είμαι απόλυτα σίγουρος ότι κάτι είναι σωστό ή αλήθεια
- (γραμματική) θετικός, για μια πρόταση που εκφράζει κάτι που είναι αληθινό
- ↪ a positive answer - μια θετική απάντηση
- ≈ συνώνυμα: affirmative
- (μαθηματικά) θετικός, αριθμός μεγαλύτερος από το μηδέν
- ↪ positive number/positive sign (+) - θετικός αριθμός/θετικό σημείο (+)
- ↪ The result of multiplication can be positive or negative.
- Το αποτέλεσμα του πολλαπλασιασμού μπορεί να είναι θετικό ή αρνητικό.
- (ηλεκτρολογία) θετικός, περιέχει ή παράγει το είδος του ηλεκτρισμού που μεταφέρεται από ένα πρωτόνιο
- ↪ positive pole/electricity - θετικός πόλος/ηλεκτρισμός
Αντώνυμα
επεξεργασίαΠαράγωγα
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- positive - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 374, 789. ISBN 9780194325684., λήμμα: θετικός, σίγουρος