positive degree
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠολυλεκτικός όρος
επεξεργασίαpositive degree (en)
- (γραμματική) ο θετικός βαθμός
- ⮡ positive degree of an adjective/adverb - θετικός βαθμός ενός επιθέτου/επιρρήματος
Δείτε επίσης
επεξεργασία- positive degree στην αγγλική Βικιπαίδεια