↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο πικραντικός η πικραντική το πικραντικό
      γενική του πικραντικού της πικραντικής του πικραντικού
    αιτιατική τον πικραντικό την πικραντική το πικραντικό
     κλητική πικραντικέ πικραντική πικραντικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι πικραντικοί οι πικραντικές τα πικραντικά
      γενική των πικραντικών των πικραντικών των πικραντικών
    αιτιατική τους πικραντικούς τις πικραντικές τα πικραντικά
     κλητική πικραντικοί πικραντικές πικραντικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Ετυμολογία

επεξεργασία
πικραντικός < (διαχρονικό δάνειο) ελληνιστική κοινή πικραντικῶς (επίρρημα) με (αναδρομικό σχηματισμό) κατά το επίθετο γλυκαντικός [1] < πικραίνω, πικραν- + -τικός

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /pi.kɾan.diˈkos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: πι‐κρα‐ντι‐κός

  Επίθετο

επεξεργασία

πικραντικός, -ή, -ό

  1. που δίνει πικρή γεύση σε κάτι, πικραίνει κάτι[1][2][3]
     αντώνυμα: γλυκαντικός
  2. (σπάνιο, μεταφορικά) που έχει την ικανότητα να πικραίνει, [4] να προκαλεί πικρία [5] [6]
    χρειάζεται παράθεμα

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Αναφορές

επεξεργασία
  1. 1,0 1,1 πικραντικός - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
  2. Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.  (Αʹ έκδοση: 1998)
  3. Δημητράκος, Δημήτριος Β. (1964) Μέγα λεξικὸν ὅλης τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσης, 1930-1950. 2η έκδοση:1964. Αθήνα: Εκδόσεις: Δομή (15 τόμοι) & επανεκδόσεις, 1η έκδοση:1953 (9 τόμοι) Ελληνική Παιδεία, .
  4. Επιτροπής Φιλολόγων (χ.χ. [≈1961]), Σύγχρονον λεξικόν της ελληνικής γλώσσης. Αθήνα: Άτλας, σελ. 1516.
  5. απόσπασμα@books.google - Γεωργοπαπαδάκος, Α. (1984) Το μεγάλο λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα:Μαλλιάρης Παιδεία.
  6. Καμπανάς, Ηλίας Ιω. (1990) Μονοτονικό λεξικό της δημοτικής: ορθογραφικό, ερμηνευτικό, ετυμολογικό. Αθήνα: Οργανισμός Εκδόσεων Καμπανά.