Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
πιγκουίνος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Προφορά
1.3
Ουσιαστικό
1.3.1
Συνώνυμα
1.3.2
Δείτε επίσης
1.3.3
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
ο
πιγκουίν
ος
οι
πιγκουίν
οι
γενική
του
πιγκουίν
ου
των
πιγκουίν
ων
αιτιατική
τον
πιγκουίν
ο
τους
πιγκουίν
ους
κλητική
πιγκουίν
ε
πιγκουίν
οι
Κατηγορία
όπως «
δρόμος
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
πιγκουίνος
< (
άμεσο δάνειο
)
ιταλική
pinguino
<
γαλλική
pingouin
<
αγγλική
penguin
Πιγκουίνοι
πάνω σε παγόβουνο.
Προφορά
επεξεργασία
ΔΦΑ
: /
piŋ.ɡuˈi.nos
/
Ουσιαστικό
επεξεργασία
πιγκουίνος
αρσενικό
(
πτηνό
)
πουλί
του νοτίου ημισφαιρίου που δεν πετά
Συνώνυμα
επεξεργασία
απτηνοδύτης
Δείτε επίσης
επεξεργασία
πιγκουίνος
στη
Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις
επεξεργασία
πιγκουίνος
αγγλικά
:
penguin
(en)
βουλγαρικά
:
пингвин
(bg)
γαλλικά
:
manchot
(fr)
,
pingouin
(fr)
γερμανικά
:
Pinguin
(de)
ιταλικά
:
pinguino
(it)
πολωνικά
:
pingwin
(pl)
σλοβακικά
:
tučniak
(sk)
τουρκικά
:
penguen
(tr)
τσεχικά
:
tučňák
(cs)
φινλανδικά
:
pingviini
(fi)